συμφόρησιν

συμφόρησιν
συμφόρησις
bringing together
fem acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • συμφορῇσιν — συμφορά bringing together fem dat pl (epic ionic) συμφορέω bring together pres subj act 3rd sg (epic) συμφορέω bring together pres subj act 3rd sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συμφόρηση — (Ιατρ.). Μεγάλη συγκέντρωση αίματος στα αγγεία ενός οργάνου (υπεραιμία). Αν το αίμα που μαζεύτηκε είναι αρτηριακό, η σ. λέγεται ενεργητική ή αρτηριακή. Αν όμως το αίμα έμεινε στο όργανο και στάλωσε στις φλέβες, λέγεται παθητική ή φλεβική. Στην… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”